πανσυδίᾳ

πανσυδίᾳ
πανσυδίῃ
doric (indeclform adverb)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • πανσυδίαι — πανσυδίᾳ , πανσυδίῃ doric (indeclform adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πανσυδί — και πασσυδί και πανσυδεί και πασσυδεί και πανσυδία, επικ. τ. πανσυδίη και, κατά δ. γρφ., πασσυδίη και πανσυδίην, και πασσυδίην Α επίρρ. 1. με όλες τις δυνάμεις («ὁρῶν ἐκβοηθοῡντας καὶ τοὺς ἄλλους πασσυδί, ἐκβοηθεῑ καὶ αὐτός», Ξεν.) 2. παντελώς 3 …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”